Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

«ΑΚΟΥΣΑΙΟΥΚΕΠΙΣΤΑΜΕΝΟΣΟΥΔ' ΕΙΠΕΙΝ» (ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ)


Του Σαράντου Καργάκου

Ιστορικού - Συγγραφέως 

 

1. Ανάλυση: Για να γίνει ο άνθρωπος καλός πομπός, πρέπει να είναι και καλός δέκτης. Η αντίληψη αυτή υπολανθάνει στον εξεταζόμενο λόγο, με τον οποίο δηλώνεται ότι αυτός που δεν ξέρει ν' ακούσει, δεν ξέρει και να μιλήσει. Προφανώς ως «μη ἐπιστάμενοι ἀκοῦσαι» δεν νοούνται αυτοί που από κάποια πάθηση της ακοής δεν προσλαμβάνουν τα ηχητικά ερεθίσματα, αλλ' αυτοί που ακούνε βέβαια, αλλά δεν ξέρουν να κατανοήσουν τ' ακροώμενα, να τα ελέγξουν, να τ' αξιολογήσουν, να τ' αποδεχτούν ή να τ' απορ­ρίψουν.
2. Τεκμηρίωση : Μοιραία την έλλειψη γνώσης του «ακούειν» ακο­λουθεί έλλειψη γνώσης του «ειπείν». Γιατί το «ορθώς λέγειν» είναι συνάρ­τηση του «ορθώς ακούειν». Συγκεκριμένα όσα φθάνουν στ' αυτιά μας είναι συχνά ασαφή, αινιγματικά, γριφώδη και ομιχλώδη. Είναι απαραίτητο ν' ακολουθήσει μια νοητική διεργασία για να μπορέσει ο άνθρωπος ν' απο­κρυπτογραφήσει το βαθύτερο νόημα και το ουσιαστικό μήνυμα τους. Έτσι θα μπορέσει με ακρίβεια να σχηματίσει γι' αυτά μια υπεύθυνη γνώμη.
Υπάρχουν άνθρωποι ρευστοί, που αποδέχονται παθητικά τις απόψεις των άλλων, τις οποίες ακολούθως άκριτα επαναλαμβάνουν. Αυτό αποτελεί άρνηση του «ορθώς ακούειν» και του «ορθώς λέγειν». Αντίθετα, όσοι ξέ­ρουν ν' ακούσουν δεν δέχονται παθητικά τις γνώμες των άλλων, δεν είναι εύπιστοι, αλλά τις αναλύουν εξονυχιστικά, για να σχηματίσουν μια δική τους προσωπική γνώμη, μια γνώμη μ' εχέγγυα αντικειμενικότητας. Τη γνώμη αυτή, που είναι κρυστάλλωμα ατομικής θεώρησης των πραγμάτων, μπορούν υπεύθυνα να την μεταφέρουν και σ' άλλους. Είναι ανάγκη συχνά ν' αμφι­βάλλουμε για τα όσα ακούμε, χωρίς να φθάνουμε βέβαια και στ' άλλο άκρο, που θυμίζει τον Άπιστο Θωμά. Γιατί η αμφιβολία οδηγεί στην έρευνα, που είναι η ψυχή της επιστήμης. Κάποιος αρχαίος σοφός συνιστούσε το «νᾶφε καί μέμνασο ἀπιστεῖν», να είμαστε δηλαδή νηφάλιοι και καθόλου εύπιστοι σ' αυτά πού ακούμε. Μόνο η ψύχραιμη αντιμετώπιση των όσων ακούμε μπορεί να οδηγήσει στη σωστή τους εκτίμηση και στην ακριβή τους μετά­δοση.
Όσο δύσκολη είναι η γνώση ενός πράγματος, τόσο δύσκολη είναι και η σωστή του μετάδοση. Αν λάβουμε υπόψη την ανθρώπινη ατέλεια και ότι ο άνθρωπος δύσκολα μεταδίδει με ακρίβεια τα όσα άκουσε, δεν πρέπει να δίνουμε βάση ούτε ν' ασπαζόμαστε τις κάθε λογής σπερμολογίες[1] και εικοτολογίες[2], γιατί είναι βέβαιο ότι θα σχηματίσουμε σφαλερές αντιλήψεις κι αν καμιά φορά βρεθούμε στην ανάγκη να μιλήσουμε, ο λόγος μας δεν θα έχει τη σφραγίδα της υπευθυνότητας.
Οι άνθρωποι, έλεγε ο Δημοσθένης, θα ήταν καλύτεροι, αν τα λόγια τους ήταν αγοραζόμενο αγαθό. Επειδή όμως όλοι παίρνουμε δωρεάν τον αέρα που αναπνέουμε, μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε. Εκείνοι όμως που ξέρουν ν' ακούουν όσα βγαίνουν από τα χείλη των ανθρώπων, μπορούν, όπως οι μέλισσες τη γύρη, να περισυλλέγουν το χρήσιμο και ν' απορρίπτουν το άχρηστο. Πέρα όμως από την ικανότητα περισυλλογής του χρησίμου, χρειάζεται και ικανότητα για τη διατήρησή του, έτσι που να μη θυμίζουμε την περίπτωση, που υπαινίσσεται η λαϊκή παροιμία : «Από τόνα αυτί μπαί­νει, από τ' άλλο βγαίνει».
Αλλ' η γνώση του «ακούειν» δεν εξαντλείται μόνο μ' αυτά. Η μέλισσα και πάλι με το παράδειγμά της έρχεται σαν δάσκαλος του ανθρώπου. Όπως αυτή δεν κάθεται πάνω σ' όλα τ' άνθη, έτσι κι ο άνθρωπος δεν πρέπει ν' ακροάζεται όλους, γιατί όλων ο λόγος δεν είναι καλός. Οφείλει να μάθει ν' ακούει με προσοχή τις γνώμες των μεγαλυτέρων και σοφότερών του, για να μάθει κάτι καλό από αυτούς και να μπορέσει να το μεταδώσει και σ' άλ­λους. Εξυπακούεται ότι αυτό απαιτεί να καταπολεμηθεί η έπαρση και η αλαζονεία. Γιατί όσοι κατέχονται από τα ελαττώματα αυτά αγνοούν τα λόγια των άλλων και θέλουν ν' ακούσουν μόνο τη δική τους. φωνή.
Το «ακούειν» δεν απαιτεί μόνο γνώση αλλά και τέχνη και πολλές ψυ­χικές αρετές. Σε περίπτωση μάλιστα διχογνωμίας, αντίθετων απόψεων ή συγκεχυμένων ζητημάτων, είναι απαραίτητο, προτού να πούμε τη γνώμη μας, ν' ακούσουμε όλες τις απόψεις. Αυτό περισσότερο ισχύει στις δικα­στικές αποφάσεις, στις οποίες ισχύει η αρχή του audiaturetalterapars» (= Ας ακουστεί και η άλλη πλευρά).
Όταν ο Ηράκλειτος διατύπωσε τη βαθυστόχαστη αυτή κρίση, είχε βέβαια υπόψη του τον άνθρωπο της εποχής του, που βυθισμένος μέσα στην τύρβη[3] της καθημερινότητας, δεν μπορούσε ν' ακούσει και να κατανοήσει το λόγο της αλήθειας και της πραγματικής σοφίας. Στις μέρες μας τα πράγ­ματα έχουν χειροτερέψει πολύ περισσότερο. Ο άνθρωπος του 20ου αιώνα δοκιμάζεται δεινά από κάθε λογής φωνές. Ακούει πολλά και λέει πολλά. Αλλ' ούτε τα πρώτα ούτε και τα δεύτερα είναι στο σύνολό τους σωστά. Γι' αυτό πρέπει να οξύνει την ακουστική του ευαισθησία σε τέτοιο βαθμό, ώστε απ' όσα ακούει να ξεχωρίζει το σωστό, για να μπορεί στη συνέχεια, αν μιλήσει, να μεταδώσει το καλό.
Επίλογος: Σε μια εποχή που η σύγχυση των ιδεών δίνει το κυρίαρχο στίγμα και που ο ανθρώπινος λόγος θυμίζει τον Πύργο της Βαβέλ, είναι καλό το αίτημα του αρχαίου σοφού να γίνει κανόνας ζωής: Πριν ασκηθού­με στο λέγειν, ν' ασκηθούμε πρώτα στο ακούειν.
 
ΕΡΓΑΣΙΑ: «Μάθετε ν' ακούετε και να είσαστε βέβαιοι ότι η σιωπή φέρνει συχνά το ίδιο αποτέλεσμα μ' αυτά που παράγει η επιστήμη» (Ναπολέοντας).
[1]διάδοση κακόβουλων φημών
[2]διατύπωση γνώμης, ισχυρισμού κτλ. που στηρίζεται σε συμπεράσματα πρόχειρα και απλώς πιθανά ή αβέβαια: Mε εικοτολογίες δεν μπορεί να γίνει συζήτηση σοβαρή.
[3]θόρυβος, φασαρία που δημιουργεί ένα πλήθος ανθρώπων που βρίσκεται συνεχώς σε κίνηση: Θέλει να ζήσει μακριά από την ~ της πόλης.


http://www.sarantoskargakos.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου