Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ Ο ΔΡΑΜΑΤΙΚΟΣ ΜΗΝΑΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

Του Θανάση Μανουσάκη
 
Κύπρος, το νησί της Αφροδίτης, το νοτιανατολικό άκρο της Μεσόγειου ένα από τα πιο πονεμένα και τραγικά μέρη του Ελληνισμού. Πέρασε πολλές δύσκολες και τραγικές στιγμές η ηρωική μας μεγαλόνησος, όμως ένας μήνας που σημάδεψε την πορεία του Κυπριακού Ελληνισμού, μέσα στο πέρασμα των αιώνων, είναι ο Αύγουστος. Ένας μήνας με τραγικά γεγονότα, που πέρα από τις «πληγές» που δεν έκλεισαν ποτέ και παραμένουν ακόμα βαθιά χαραγμένες στο «σώμα» του Ελληνισμού της Κύπρου μας, και όχι μόνο, σηματοδότησαν και εξελίξεις τις οποίες βιώνουμε ακόμα και σήμερα.
Έτσι αρχίζοντας την παράθεση των γεγονότων κατά χρονολογική σειρά, τον Αύγουστο του 1964, αφού είχε προηγηθεί μια σειρά ένοπλων συγκρούσεων και αντιπαραθέσεων ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκυπρίους, με αποτέλεσμα ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Μακάριος Γ’ να καταγγείλει από τις 30 Δεκεμβρίου 1963 τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, μετά από τριμερή συμφωνία Αθήνας- Άγκυρας-Λονδίνου ανακηρύσσεται εκεχειρία που την αποδέχονται και οι δύο πλευρές. Με βάση αυτή την συμφωνία χωρίζονται σε ελληνικό και τουρκικό θύλακα, και είναι το προοίμιο των όσων δυσμενών επακολούθησαν στο πονεμένο αυτό σημείο του Ελληνισμού.
Στο χρονικό διάστημα 5-8 Αυγούστου του 1964 γίνεται επίθεση της Εθνοφρουράς στον θύλακα Μανσούρας-Κοκκίνων, τον οποίον επιχείρησαν να διευρύνουν οι Τούρκοι. Συνέπεια αυτού του γεγονότος είναι τον Αύγουστο 1964 τουρκικά αεροσκάφη να βομβαρδίσουν ανηλεώς την Κύπρο, κυρίως την περιοχή της Τηλλυρίας (Βορειοδυτική Κύπρος) με αποτέλεσμα να υπάρχουν δεκάδες νεκροί και καμένα κορμιά από εμπρηστικές βόμβες ναπάλμ. Και πάλι οι Ελληνοκύπριοι με αυτοθυσία αντιστάθηκαν στα τουρκικά αεροπλάνα.
Μετά από τα παραπάνω γεγονότα, με την συμφωνία Ελλάδος και Κύπρου, η Κύπρος ενισχύεται με ελληνικά στρατεύματα τα οποία καμουφλαρισμένα αφίχθησαν στο νησί και δημιούργησαν την Μεραρχία «Μ», δυνάμεως 8.500 ανδρών ενισχυμένη με άρματα και πυροβολικό που και αυτά αφίχθησαν μέσα σε κιβώτια. Εν τω μεταξύ επέρχεται η διαφοροποίηση στόχων μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας. Η Αθήνα υποστηρίζει την πλήρη ανεξαρτησία της Κύπρου και την αυτοδιάθεση της, ενώ ο πρόεδρος Μακάριος ζητά την συνδρομή του ΟΗΕ για αναθεώρηση του Συντάγματος. Τότε ελέχθη και η ιστορική φράση του Πρωθυπουργού της Ελλάδας Γεωργίου Παπανδρέου προς τον Μακάριο: «Άλλα συμφωνήσαμε στην Αθήνα και άλλα πράττετε στην Κύπρο»!
Τον Αύγουστο του 1974 όμως, με την εισβολή του τουρκικού Αττίλα 2 στις 14 Αυγούστου, και αφού είχε προηγηθεί η τουρκική εισβολή την 20η Ιουλίου 1974, και η πολιτική μεταβολή στην Ελλάδα, με την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος Ιωαννίδη, και τον σχηματισμό πολιτικής κυβέρνησης εθνικής ενότητας από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή που κλήθηκε από το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών υπό την προεδρία του τότε προέδρου της Δημοκρατίας στρατηγού Φαίδωνα Γκιζίκη, ολοκληρώνεται δυστυχώς η κατάληψη του νησιού, με το 38% της νήσου, να παραμένει ακόμα και σήμερα 40 χρόνια μετά δυστυχώς υπό τουρκική κατοχή.
Όλα αυτά, ενώ η κατάπαυση του πυρός, που είχε συμφωνηθεί με την μεσολάβηση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), στις 22 Ιουλίου 1974, παραβιαστηκε από την Τουρκία, ενώ οι συνομιλίες στην Γενεύη για τον τερματισμό των συγκρούσεων «ναυαγούν». Έτσι μια ώρα μετά το τέλος των συνομιλιών, στις 04:30 της 14ης Αυγούστου, η τουρκική Πολεμική Αεροπορία άρχισε τις επιδρομές της στην Κύπρο, χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων και εμπρηστικές βόμβες ναπάλμ εναντίον μη-στρατιωτικών στόχων, όπως ήταν σχολεία και νοσοκομεία.
Στην Αθήνα το Πολεμικό Συμβούλιο, που συνεδριάζει στις 06:00 τα χαράματα υπό την προεδρία του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή διαπιστώνει την τραγική αδυναμία της Ελλάδας να συνδράμει στρατιωτικά την Κύπρο και έτσι οι ελληνικές αντιδράσεις περιορίζονται στο διπλωματικό τομέα. Είναι πλέον πολύ γνωστή η φράση του τότε Έλληνα πρωθυπουργού στο μήνυμά του από προς τον ελληνικό λαό: «Η Κύπρος κείται μακράν». Η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την στάση της Ατλαντικής Συμμαχίας να αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και να επανέλθει η Ελλάδα επί κυβέρνησης Γεωργίου Ράλλη τον Οκτώβριο του 1980. Για τα υπερσύγχρονα όμως για την εποχή εκείνη, 14 αεροσκάφη Φάντομ δεν θα μπορούσε φυσικά η Κύπρος να ήταν καθόλου μακριά.
Στις 09:00 το πρωί, ξεκίνησε η εξόρμηση της 39ης Μεραρχίας Πεζικού από το Κιόνελι ανατολικά προς την Αμμόχωστο, επί δύο αξόνων, χωρίς ουσιαστικά να υπάρχει καμία αντίσταση, αφού οι Ελληνοκύπριοι πέταγαν τα όπλα τους και φορούσαν πολιτικά για να μην συλληφθούν αιχμάλωτοι ένστολοι. Μέχρι το βράδυ, η ελληνοκυπριακή αντίσταση έχει δυστυχώς καταρρεύσει και τα οχυρά εγκαταλείπονται. Το απόγευμα της 14ης Αυγούστου, τα στρατεύματα του «Αττίλα» μπαίνουν στην Αμμόχωστο. Η νέα πόλη δεν ήταν στα επιχειρησιακά τους σχέδια να την καταλάβουν και σταμάτησαν στις παρυφές της. Όμως είχε ήδη εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους της, με αποτέλεσμα ο τουρκικός στρατός να την καταλάβει, ύστερα από την πάροδο 24 ωρών, το απόγευμα της 15ης του μηνός.
Στην αντίθετη πλευρά του νησιού, στην δυτική, η 28η Μεραρχία Πεζικού του τουρκικού στρατού προήλαυνε, συναντώντας επίσης μηδενική αντίσταση, προς την Μόρφου. Η προέλαση εξελισσόταν με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς, προκειμένου οι Ελληνοκύπριοι κάτοικοι των περιοχών αυτών να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και έτσι να «εκκαθαριστεί» από τον τουρκικό στρατό η υπό κατάληψη περιοχή. Στις 16 του Αυγούστου ο τουρκικός «Αττίλας 2» ολοκληρώνεται με την κατάληψη της Μόρφου, ενώ η κυβέρνηση του Γλαύκου Κληρίδη μεταφέρεται πρόσκαιρα στην Λεμεσό, φοβούμενη ότι επίκειται κατάληψη της πρωτεύουσας Λευκωσίας.
Οι Τούρκοι, έχοντας δυστυχώς πετύχει τους στρατιωτικούς τους σκοπούς, δέχονται κατάπαυση του πυρός στις 18:00 της 16ης του Αυγούστου 1974. Ήδη κατείχαν το 36,4% του κυπριακού εδάφους και είχαν διχοτομήσει την Κύπρο με την ονομαζόμενη γραμμή Γκιουνές. Στην Γενεύη αποφασίσθηκε από την ελληνική και κυπριακή αντιπροσωπεία, όπως παραδέχθηκε ο μετέπειτα πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Κληρίδης στις 16-8-1974, «όπως να μην υπογραφεί συμφωνία, αλλά οι Τούρκοι να καταλάβουν μόνοι τους την γραμμή Γκιουνές (γραμμή διαχωρισμού) για αυτό και οι απανωτές συμπτύξεις των Ελλήνων χωρίς να υπάρξει μάχη και η εγκατάλειψη της Αμμοχώστου.
Τα τουρκικά στρατεύματα από όπου και εάν πέρασαν έφεραν όλεθρο και κτηνώδεις συμπεριφορές απέναντι στον άμαχο πληθυσμό και στους αιχμαλώτους. Ληστείες, βασανιστήρια, βιασμοί, εκτελέσεις αντρών, γυναικών, παιδιών, ακόμα και νηπίων. Πολλοί αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στην Τουρκία. Ελάχιστοι επέστρεψαν, 1.619 αγνοούνται μέχρι σήμερα. Δισεπίλυτο με ευθύνη κυρίως των ελληνικών και των ελληνοκυπριακών ηγεσιών, να βρίσκεται και σήμερα 40 χρόνια μετά, το πολύ σοβαρό θέμα των αγνοουμένων. Περίπου 2.000 Έλληνες και Ελληνοκύπριοι σκοτώθηκαν και 200.000 ήταν οι ξεριζωμένοι Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες. Οι Τούρκοι κατέκτησαν το 65% της καλλιεργήσιμης έκτασης της Κύπρου, το 70% του ορυκτού της πλούτου, το 70% της βιομηχανίας, το 80% των τουριστικών εγκαταστάσεων του νησιού, «γεμίζοντας» το παράλληλα εκτός από στρατεύματα κατοχής και με εποίκους.
22 χρόνια μετά στις 11 Αυγούστου 1996 στην μαύρη επέτειο εισβολής του «Αττίλα 2», μετά από ειρηνική αντικατοχική πορεία Ελληνοκυπρίων μοτοσικλετιστών που ξεκίνησε από το Βερολίνο, με στόχο να φτάσουν στην κατεχόμενη Κερύνεια, δολοφονείται ο 24χρονός Τάσος Ισαάκ από δολοφονικά χτυπήματα με γκλομπ, σιδηρολόστους και πέτρες των Τούρκων στρατιωτών και αστυνομικών του ψευδοκράτους, μαζί με εγκληματίες παρακρατικούς «Γκρίζους Λύκους», που είχε φέρει ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς, προκειμένου να αντιμετωπίσουν με εγκληματικές επιθέσεις τους ειρηνικούς διαδηλωτές. Ο Ελληνοκύπριος μοτοσικλετιστής με τον θάνατο του γίνεται σύμβολο αντίστασης απέναντι στην τουρκική βαρβαρότητα, και δεν προλαβαίνει να γνωρίσει την κόρη του Αναστασία να της δώσει ως πατέρας το πατρικό του χάδι. Όμως την αγάπη του στην κόρη του Αναστασία, που θα δει το φως της ζωής, λίγους μήνες μετά την ηρωική θυσία του πατερά της, θα δώσει ολόκληρο το ελληνικό έθνος, και το ελληνικό κράτος που θα αναλάβει ως ανάδοχος την ανατροφή της.
Τρεις ημέρες μετά στις 14 Αυγούστου 1996, κατά τραγική ειρωνεία στην μαύρη επέτειο εισβολής του «Αττίλα 2», ένας άλλος νεαρός Ελληνοκύπριος, ο Σολωμός Σολωμού την ημέρα της κηδείας του Ισαάκ, θέλοντας να δώσει ένα εξίσου μήνυμα αντίστασης και ηρωικής θυσίας απέναντι στον Τούρκο κατακτητή, κατεβάζει στο οδόφραγμα της Δερύνειας την σημαία του κατακτητή έχοντας ένα τσιγάρο στο στόμα και δολοφονείται άνανδρα από τον «υπουργό Γεωργίας» του ψευδοκράτους Κενάν Ακίν. Έτσι Τάσος Ισαάκ και Σολομός Σολωμού κατατάσσονται στα διαχρονικά σύμβολα αντίστασης του Ελληνισμού, απέναντι στην τουρκική βαρβαρότητα, με στόχο τον τερματισμό του ιταμού καθεστώτος από το 1974 τουρκικής κατοχής, στην ηρωική Κύπρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για τις δολοφονίες αυτές η Κυπριακή Γενική εισαγγελία εξέδωσε 11 διεθνή εντάλματα σύλληψης. Οι δολοφόνοι όμως εάν και καταζητούμενοι από την Interpol, παραμένουν ασύλληπτοι, αφού κράτη-«δορυφόροι» της Τουρκίας, αρνούνται να εκτελέσουν τα εντάλματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Ερχάν Αρικλί που συνελήφθη το 2012 στο Κιργιζιστάν, που όμως αντί να παραδοθεί στην Κυπριακή Δημοκρατία, μετά από παρέμβαση της Τουρκίας αφέθηκε ελεύθερος.
Τα προαναφερθέντα δραματικά γεγονότα στην Κύπρο, αναδεικνύουν ακόμα πιο έντονο το αίτημα, σύμφωνα και με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, απελευθέρωσης του κατεχόμενου εδάφους της Μεγαλονήσου και παράλληλα ανοίγματος, αν και το 1986 από την τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ πήγε να ανοίξει, του επτασφράγιστου Φακέλου της Κύπρου. Για να μην ζήσει ξανά ο Κυπριακός Ελληνισμός, και γενικότερα ο Ελληνισμός νέες εθνικές τραγωδίες, με αυτές που σημειώθηκαν μήνα Αύγουστο, και να επανακτήσει εδάφη, αλλά και την χαμένη του εθνική αξιοπρέπεια.

http://www.metopo.gr/article.php?id=6322

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου