Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

ΒΡΑΧΟΝΗΣΙΔΕΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΙ. ΜΟΝΟΙ, ΟΠΩΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥΣ.

Στίγμα 38 μοίρες 09 πρώτα Βόρειο, 25 μοίρες 17 πρώτα Ανατολικό.

Ψαροντουφεκάδικος συνήθως προορισμός, για παράνομους, οι βράχοι Καλόγεροι, εκεί στη μέση του Αιγαίου. Τους αγνάντευα κάθε φορά που άφηνα πίσω μου τον Καφηρέα έχοντας την πλώρη στο Γρέγο. Άλλοτε πιο κοντά, όταν προορισμός ήταν η Χίος, άλλοτε μακρύτερα, όταν προορισμός ήταν τα Ψαρρά. Πάντοτε όμως έστρεφα το βλέμμα, προσπαθώντας να τους διακρίνω στον ορίζοντα. Τον ένα διέκρινα, συνήθως, το «μεγάλο». Ο άλλος, ο μικρός, βραχάκι σωστό, ζούσε ανέκαθεν στη σκιά του «μεγάλου»…
Αυτή τη φορά, όμως, οι Καλόγεροι δεν έμειναν στους απωθημένους προορισμούς μου. Σαλπάροντας απ’ το Λιθί με τον Κωνσταντάτο, όπου περάσαμε την τελευταία μας νύχτα στη Χίο, με πορεία για τη Μαντηλού, πέσαμε σχεδόν επάνω τους! Θάλασσα ακίνητη, ευκαιρία μοναδική, ακόμη και για να περπατήσω στο ολισθηρό μονοπάτι του «μεγάλου» Καλόγερου…
Θα δώσω όμως τη σκυτάλη στον καλό μου φίλο Γιώργο Μισετζή απ’ τη Χίο, για να σας ταξιδεύσει αυτός πίσω στο απίστευτο παρελθόν αυτών των μοναχικών βράχων του Αιγαίου. Και είναι πράγματι εκπληκτικό. Αν ένας τόσο δα μικρός βράχος έχει τόσα να πει, πόσα άραγε έχουν να εξιστορήσουν τα εκατοντάδες νησιά και μικρονήσια αυτού του Αρχιπελάγους;
Ιωσήφ Παπαδόπουλος
Κείμενο και επιμέλεια : Γιώργος Μισετζής.
Φωτογραφίες : Αρχείο Βιβλιοθήκης Χίου, Γιώργος Μισετζής, Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Κάμερα : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Μοντάζ : Γιώργος Μισετζής.

Ο μεγάλος Καλόγερος όπως φαίνεται πλησιάζοντας από Β.Α.
Οι κεντρικά… απόκεντροι «Καλόγεροι».

…δεν θα κινούσε το ενδιαφέρον περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, αν δεν συνέβαινε η απότομη εξαφάνισή τους στα μέσα του 17ου αιώνα………
Αμέτρητες είναι οι εικόνες που έχω κρατήσει στην ψυχή μου από τα μέρη πού έχω επισκεφθεί, ταξιδεύοντας με το φουσκωτό όλα αυτά τα χρόνια, και αμέτρητα είναι τα συναισθήματα που το κάθε μέρος από αυτά αποτύπωσε  μέσα στην ψυχή μου. Δύο πράγματα όμως με έχουν συγκλονίσει βαθιά, δύο εικόνες, που όσα χρόνια και αν πέρασαν από τότε και όσες φορές αν  επισκέφτηκα ξανά (και ξανά) αυτά τα μέρη, δεν άλλαξαν. Ο χρόνος και η επανάληψη δεν αλλοίωσαν ποτέ τα συναισθήματα αυτής, της πρώτης φοράς.

Ο Μεγάλος Καλόγερος, όπως τον αναπαρέστησαν οι ταξιδιώτες του παρελθόντος.

Εικόνες που μόνο τα έμπειρα χέρια ενός ζωγράφου ή συγγραφέα  – και σίγουρα όχι εγώ – μπορούν κατά ένα ποσοστό να περιγράψουν και να μεταφέρουν προς εσάς τη μαγεία τους. Πώς να περιγράψεις εκείνη τη γλύκα των χρωμάτων που αντίκρισα στο παιγνίδι της δύσης,  κάτω στο μακρινό Καστελόριζο, μπαίνοντας για πρώτη φορά στο λιμάνι του, και το άλλο… εκείνη την αφιλόξενη αγριάδα του απομονωμένου ξερόβραχου του Καλόγερου που μετά από τις τόσες ιστορίες που είχα ακούσει γι’ αυτόν, κατόρθωσα και αντίκρισα γύρω στο ’96 σε κάποιο ταξίδι μου προς την Εύβοια. Αυτή λοιπόν η συγκλονιστική εικόνα του δεύτερου μ’ έκανε να γράψω δυο αράδες για τους Καλόγερους τους «κεντρικά απόκεντρους» του Αιγαίου.

Σκαρφαλωμένος στα βράχια της νοτιοανατολικής πλευράς του Μεγάλου Καλόγερου.
Την ονομασία «Καλόγερος» ή «Καλόγεροι» τη συναντάμε σε έξι διαφορετικά σημεία στις Ελληνικές Θάλασσες. Οι  ναυτικοί μας γενικά ονομάτιζαν έτσι τους απομονωμένους βράχους. Σίγουρα όμως όλοι εσείς που ταξιδεύετε, θα έχετε συναντήσει στη ρότα σας από το Κάβο Ντόρο με κατεύθυνση από και προς την Χίο, τους πιο γνωστούς, τους «Καλόγερους»  Άνδρου ή Ψαρρών. Δύο μονήρεις βράχοι που βρίσκονται στο κέντρο του Αιγαίου από όπου δεν διακρίνεται σχεδόν καμία στεριά.

Ξυλογραφία του B. Bordone.

Ο «Μεγάλος Καλόγερος» με εμβαδόν 6 στρέμματα, ύψος 36,5 μέτρα και συνολική ακτογραμμή 302 μέτρα, σημάδι των πλοίων που περνούσαν από την μια μεριά του πελάγους στην άλλη.
Στα 1400 μέτρα Βορειοανατολικά του πρώτου βρίσκεται ο «Μικρός Καλόγερος» με ύψος 1 μέτρο και αβαθή προς τον Νοτιά σε απόσταση 100 μέτρων. Ανατολικά τους βρίσκεται η Χίος στα  27 μίλια, νοτιοδυτικά, η Άνδρος στα 23, δυτικά, το Κάβο ντ’ Όρο στα 33, στο βοριά, η Σκύρος στα 46 και τέλος βορειοανατολικά τους βρίσκονται τα Αντίψαρρα στα 24 μίλια.
Είναι ηφαιστειογενείς και κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκαν ως σκοπόσημο από διάφορους στόλους, γι’ αυτό και σήμερα υπάρχουν πάνω τους πολλά θραύσματα από οβίδες. «Κατά την απογραφή πληθυσμού της 16ης Οκτωβρίου 1940 φέρεται να κατοικείται από 6 κατοίκους», σημειώνει στα νησιολόγιά του ο Γ. Κ. Γιαγκάκης, «άνδρες, μάλλον του Πολεμικού Ναυτικού που επιτηρούσαν το Θαλάσσιο χώρο εν όψει Ιταλικής επίθεσης».

Χαλκογραφία Piacenza.

To 1920 φωτίστηκε ο Μεγάλος Καλόγερος με αυτόματο φάρο που βοήθησε πολύ τους παραπλέοντες, εξ αιτίας της επικινδυνότητας των βράχων. Η προσέγγιση τους δύσκολη, σχεδόν με όλους τους καιρούς. Το σκάφος με κανένα τρόπο δεν μπορείς να το φουντάρεις με ασφάλεια. Το νησί περιτριγυρίζεται από πολύ απότομα νερά, με βάθη που ξεπερνούν τα 70 μέτρα ακόμα και δίπλα στα βράχια. Μια σειρά από αβαθή (ξέρες) που εκτείνονται προς τα νοτιοανατολικά, νομίζεις ότι ξεφυτρώνουν από το πουθενά και δίπλα τους το βάθος είναι μεγάλο. Είναι πολύ επικίνδυνες κατά τον περίπλου, γιατί σχεδόν πάντα υπάρχουν ισχυρά ρεύματα που μπορούν να σε ρίξουν πάνω τους.
Το μοναδικό μέρος, όπου κατά κάποιον τρόπο μπορείς να αγκυροβολήσεις, βρίσκεται στα Νότια του νησιού, αλλά και εκεί με μεγάλη προσοχή, ακόμη και με άπνοια, γιατί τα διερχόμενα πλοία δημιουργούν απόνερα. Το ασφαλέστερο είναι να μείνει κάποιος μέσα στο σκάφος για να το προσέχει.

Η ανάβαση στο ψηλότερο σημείο με τις ετοιμόρροπες σκάλες εγκυμονεί κινδύνους.

Η ανάβαση στο νησί δεν είναι εύκολη υπόθεση. Υπάρχουν διάφορα πατήματα – σκαλοπάτια που έχουν σμιλευτεί στους  βράχους από παλιά αλλά λόγω του νερού, του αέρα και της σύστασης των πετρωμάτων έχουν σχεδόν εξαφανιστεί. Οι βράχοι θρυμματίζονται εύκολα και γλιστράνε. Εάν το λέει η καρδιά σας για μια τέτοια αναρρίχηση, μετά από δέκα-δεκαπέντε λεπτά βρίσκεστε στην κορυφή του βράχου. Το «μονοπάτι» βρίσκεται στα ανατολικά. Κατά την αναρρίχηση περνάς δίπλα από κάποια μισογκρεμισμένα κτίσματα που πρέπει να ήταν αποθήκες νερού (δεξαμενές) και πυρομαχικών. Ο τόπος είναι διάσπαρτος από βλήματα και σφαίρες, απομεινάρια των δύο μεγάλων πολέμων, που έχουν μείνει μέσα στις σχισμές των βράχων και με την πάροδο του χρόνου έγιναν ένα με αυτούς και την ιστορία τους.

Οι κατεστραμένες πλέον δεξαμενές νερού.

Στην κορυφή υπάρχει ο σιδερένιος φάρος, που είναι τοποθετημένος πάνω στη βάση του παλιού πέτρινου, και δίπλα του βρίσκεται ένα ερειπωμένο κτίσμα, μάλλον νεότερο στρατιωτικό φυλάκιο.
Αγναντεύοντας από εκεί, οι εντυπώσεις είναι μοναδικές. Ο κύκλος  του ορίζοντα σε όλο το φάσμα του! Η απόλυτη ένωση ουρανού και θάλασσας σε όλο το μεγαλείο της! Το συναίσθημα ότι είσαι στη μέση του Αιγαίου, ατενίζοντας το γαλάζιο, χωρίς καμιά στεριά να το διακόπτει, είναι συγκλονιστικό. Αυτή λοιπόν η συγκλονιστική μαγεία της κεντρικής τους απομόνωσης μ’ έκανε και έψαξα την ιστορία τους λίγο παραπέρα, από βιβλία που βρήκα ως επί το πλείστον στην κορυφαία Δημοτική βιβλιοθήκη της Χίου. Σας παραθέτω λοιπόν την κεντρική ιδέα από τις πολύ ενδιαφέρουσες γνώσεις που αποκόμισα από εκεί, βάζοντας τες σε μία χρονική σειρά :

Παλιό κτίσμα στην κορυφή του Μεγάλου Καλόγερου.

Οι Καλόγεροι κίνησαν το ενδιαφέρον πολλών γεωγράφων, περιηγητών και ταξιδιωτών από τα παλιά χρόνια. Για τον Πλίνιο τον πρεσβύτερο ο Μεγάλος Καλόγερος φαίνεται να είναι ο σκόπελος ή η νήσος Αίξ, από την οποία πήρε και το όνομα του το Αιγαίο. Ο πρώτος από τους νεότερους γεωγράφους και ταξιδευτές που έγραψαν για τον Καλόγερο ήταν ο Φλωρεντιανός ιερέας Cristoforo Buondelmonti το 1420.
Το νησί, στους χάρτες του 16ου και 17ου αιώνα, σημειώνεται στα βόρεια του στενού της Τήνου και στη μέση της διαδρομής προς τη Χίο. Επάνω σ’ αυτή την αποκλεισμένη από παντού βραχώδη κορυφή χτίστηκε ένα μοναστήρι σαν τα ερημητήρια των τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου. Φαίνεται ότι αυτή η μονή υπάρχει από τον 15ο αιώνα, αφού την συναντά ο Bartolomeo dalli Sonetti και την περιλαμβάνει στις εικόνες του Isolario του 1485. Από τότε σχεδόν όλοι οι χαρτογράφοι που αποτυπώνουν το Αρχιπέλαγος μνημονεύουν τον Καλόγερο αλλά και το παράξενο σχήμα του.

Κοντινό πλάνο των ερειπίων που έχουν απομείνει στο Μεγάλο Καλόγερο.

Ο ξεχασμένος αυτός ξερόβραχος και το μοναστήρι που ήταν χτισμένο πάνω του δεν θα κινούσε το ενδιαφέρον περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, αν δεν συνέβαινε η απότομη εξαφάνισή του στα μέσα του 17ου αιώνα και αν δεν είχε αποχτήσει τους προηγούμενους αιώνες μια θέση στα ιζολάρια και τους πορτολάνους  ανάλογη με τα άλλα μεγάλα νησιά του Αιγαίου.(βλ.Mercator, G., Atlas sive Cosmographicae Meditationes 1950 και Boschini, M., L’Arcipelago con tutte le Isole, Venezia 1658.) Από αυτές τις απεικονίσεις προκύπτει ότι ήταν ένας πολύ απότομος βράχος περιτριγυρισμένος από αμέτρητες ξέρες.

Ο Μεγάλος Καλόγερος σε γκραβούρα της εποχής.

Στα νότια του νησιού υπήρχε ένα μικρό πλάτωμα δίπλα στη θάλασσα με κάποια κτίσματα, αλλά και ολόκληρο το νησί είχε πολύ απόκρημνες ακτές που απέκλειαν την αναρρίχηση. Ήταν αρκετά ψηλό και στην κορυφή του σχηματιζόταν ένα οροπέδιο όπου επάνω του κτίστηκε το μοναστήρι αλλά και κάποια σπίτια. Σε όλες τις απεικονίσεις των Καλόγερων φαίνονται αρκετά κτίρια και καλλιέργειες δίπλα τους. Μάλιστα στην χαλκογραφία του Piancenza  του 1688 έχουν σχεδιαστεί και οχυρώσεις με ένα στρογγυλό πύργο, και διακρίνονται κτίσματα σε δύο γειτονικά προς τον νοτιά νησάκια με τα ονόματα: «Chirana» και «Lesindra».

Πίσω από τον Μεγάλο Καλόγερο διακρίνονται οι ακτές της Άνδρου.

Το χαρακτηριστικό που είχαν όλες οι απεικονίσεις ήταν ένας μεγάλος γερανός στα ανατολικά κάτω από έναν εξώστη, όπου αλλού απεικονίζεται ξύλινος και αλλού σαν φυσική προεξοχή του βράχου.
Ο γερανός ανεβοκατέβαζε μια βάρκα και αυτός πρέπει απ’ ότι φαίνεται να ήταν ο τρόπος που οι κάτοικοι του νησιού επικοινωνούσαν με τα περαστικά πλοία αλλά και τα γύρω νησιά, κάτι σαν τα Μετέωρα δηλαδή μέσα στο πέλαγος.Από τη στιγμή λοιπόν που σηκωνόταν αυτός ο γερανός – ο μόνος τρόπος επικοινωνίας  τους – το φυσικό οχυρό του Καλόγερου ήταν απόρθητο.
Το σημαντικότερο πράγμα που φαίνεται από τις περιγραφές για το νησί είναι η συγκέντρωση αγαθών στο μοναστήρι από τους ναυτικούς εμπόρους του Αιγαίου. Είτε γίνονταν αγοραπωλησίες, που εκείνη την περίοδο ταυτίζονταν με την πειρατεία, είτε κάποιοι έδιναν στο μοναστήρι πολύτιμα αγαθά προς φύλαξη, το βέβαιο είναι ότι ο Καλόγερος είχε μαζέψει εκείνη την εποχή πολλά πλούτη από την «νόμιμη» ή «παράνομη» ναυτιλία. Εκείνη την εποχή πάντως ήταν συνηθισμένα και τα δύο, και η φύλαξη της περιουσίας των χριστιανών αλλά και η εκποίηση εμπορευμάτων από τα μοναστήρια.

Άλλη μια γκραβούρα που αναπαριστά το Μεγάλο Καλόγερο.
                                     
Το 1688 επίσης η ίδια εικόνα του απόκρημνου νησιού με τον γερανό και το μοναστήρι σχεδιάσθηκε από τον Francesco Piacenza και αργότερα  από τον Vicenzo Maria Corenelli, με πολύ μεγαλύτερη  ακρίβεια από τους προγενέστερούς του, και το βιβλίο του δημοσιεύθηκε το 1696 στην Βενετία.
Το 1687 ο άγγλος Bernard Randolph στο βιβλίο του «Τhe Present State of the Islands in the Archipelago», Oxford 1687, γράφει ότι περνώντας από τη Σμύρνη άκουσε για μια κατοικημένη νησίδα, τον Καλόγερο ανάμεσα στην Άνδρο και στη Χίο και για μια περίεργη ανατίναξη, ότι το μεγαλύτερο τμήμα του νησιού κατέρρευσε και ότι όλοι οι κάτοικοι σκοτώθηκαν, χωρίς να αναφέρει τα αίτια αυτής της περίεργης ανατίναξης. Γράφει επίσης ότι : «Άκουσα πολλούς εμπόρους της Σμύρνης να λένε ότι τα λεφτά και οι σφραγίδες τους έχασαν την αξία τους όταν το νησί ανατινάχτηκε.

Κάποιος πρέπει να μείνει στο σκάφος για ασφάλεια.

Πολλά βράχια τινάχτηκαν μέχρι την Τήνο και την Άνδρο! Ένα πολύ μικρό μέρος του νησιού υπάρχει σήμερα». Σημειωτέων ότι ο άγγλος περιηγητής, στις περιγραφές των άλλων νησιών, είναι ιδιαίτερα ακριβής στις πληροφορίες του. Δεν αναφέρει καθόλου την ύπαρξη μοναστηριού, αν και η εικόνα που φιλοτεχνεί την ίδια εποχή ο Corenelli το δείχνει καθαρά. Άλλωστε ίσως τα λόγια του να επιβεβαιώνονται από τον γάλο περιηγητή Andre Thevet, ο οποίος υποστηρίζει ότι ο Βυζαντινός χρονογράφος του 12ου αιώνα Ζωναράς έζησε πέντε χρόνια στον Καλόγερο της Άνδρου και ότι υπήρχε μοναστήρι εκεί. Το οικονομικό στοιχείο που αναφέρει δείχνει την συσσώρευση πλούτου στον Καλόγερο.

Μόνο κάποια ψυχή σαν κι’ αυτή μπορεί ακόμη να κτυπάει στο Μεγάλο Καλόγερο…

Τέλος οι Καλόγεροι προσείλκυσαν το εικαστικό ενδιαφέρον του Sir Francis Beauford, γνωστού σε όλους από την επίσης γνωστή κλίμακα μέτρησης των ανέμων, που τους σχεδίασε το 1812 και μπορούμε να δούμε το σχέδιο του δημοσιευμένο το 1819 από το Αγγλικό Ναυαρχείο. Αυτά έχουν αφήσει πίσω τους οι άνθρωποι που κατά καιρούς έγραψαν την ιστορία για τους βράχους στο κέντρο του Αρχιπελάγους.
Μύθος ή πραγματικότητα; Καμμιά σημασία δεν έχει. Εξ άλλου και τα δύο βρίσκονται θαμμένα στην άβυσσο, στο κέντρο του Αιγαίου, και ποτέ (μάλλον) δεν θα τα δούμε. Αν λοιπόν τους συναντήσετε στη ρότα σας, σε κάποιο από τα ταξίδια σας, και αν σας το επιτρέψει ο καιρός, παραπλεύσετε γύρω τους, αξίζει τον κόπο. Η εικόνα τους θα σας ανταμείψει.

ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
ΑΒΕΡΩΦ
Rib and Sea

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου